ΑΤΙΣ, ΥΒΡΙΣ, ΝΕΜΕΣΙΣ!!!

Η Γιώτα, εκείνο το απόγευμα, έφτασε τρεκλίζοντας στο κατώφλι του σπιτιού της, με πένθιμο πνεύμα, με πένθιμο σώμα. 

Αργά, αργά σέρνοντας τα πόδια της, προχώρησε με κόπο στο χωλ και χώθηκε λαχανιασμένη στη πρώτη πολυθρόνα του μικρού κερκυραϊκού σαλονιού. Ένοιωσε τα πράγματα του σπιτιού ένα γύρω να σαλεύουν, να αλλάζουν θέση και προορισμό. Νόμιζε πως χίλια σφυριά της χτυπούσαν το κεφάλι και δεν μπορούσε να ξεφύγει, σαν να είχε ξεσπάσει ξαφνική καταιγίδα σε όλο της το είναι.
Έπεσε η πρώτη αστραπή, όταν άκουσε για την λιποθυμία της Τούλας και έτρεξε στο νοσοκομείο να την προλάβει. Την αγαπούσε την Τούλα, την πονούσε από μικρό παιδί, ήταν αδύνατον να μην την αγαπάει.¨Όμως με όλα όσα είχαν συμβεί τα τελευταία χρόνια, μετά τον θάνατο της Κατερίνας, δεν την άντεχε . 

Ο πρώτος κεραυνός εν αιθρία, ήταν το τηλεφώνημα της Σόφης από κάποιον ντετέκτιβ Ιωάννου. Αγγέλου Γιώργος, αυτό το όνομα δυναμίτης, δεν προλάβαινε πια η μια βροντή να ακουστεί και ερχόταν με μανία κι άλλη να ξεσκίσει την ηρεμία, τη γαλήνη, ή πιο σωστά να καταβροχθίσει την πνιγηρή κουφόβραση των τελευταίων χρόνων. Ερωτήσεις, ερωτήσεις δίχως απαντήσεις, σπαράγματα πόνου, άφηνε τα ψέματα να φεύγουν από το στόμα της, σαν να μιλούσε μηχανικά μια άλλη γλώσσα ακατάληπτη, που ούτε η ίδια δεν καταλάβαινε, έπρεπε όμως να την αναπαραγάγει.

"Γιατί ο πατέρας σου... δεν ήταν μόνο η αγάπη της Κατερίνας, αλλά και η μοναδική αγάπη της Τούλας και φτάνει. Αυτό έχω μόνο να σου πω για τον μυστήριο και όχι τόσο καθαρό Αγγέλου Γιώργο . "

Και όμως, έπρεπε άλλο να πει στη Σόφη και τον Ορέστη. Και ας την είχε ορκίσει η Τούλα χρόνια πριν.
''Δεν έχω άλλα ψέματα, αφήστε με" και μετά να έφευγε από το νοσοκομείο.

Σηκώθηκε με δυσκολία από την πολυθρόνα για να φτάσει στο δρύινο γραφείο του πατέρα της στη διπλανή κάμαρη νοιώθοντας μέσα της ένα κενό .  Άνοιξε με αδύναμα τρεμουλιαστά δάχτυλα, σαν να έπασχε από Πάρκινσον, το μεσαίο  συρτάρι του επίπλου και τράβηξε έξω τα γράμματα.
Παραλήπτης σε όλα ο πατέρας της, Δημητρός Αναγνώστου, καπετάνιος ποντοπόρος του εμπορικού ναυτικού, πλοίαρχος του πλοίου EVIQUEEN το χρόνο που γεννήθηκε η Σόφη .
Αποστολείς Δήμητρα Μιχαήλ, η δικής της Τούλα, Ωραιοζήλη - Ροζα Μιχαήλ, η αυστηρή μητέρα των κοριτσιών και ξανά Δήμητρα Μιχαήλ, τέλος ένα ακόμη από τον Γιώργο Αγγέλου λίγα χρόνια μετά. 

Τα γράμματα που είχε προσεχτικά φυλάξει ο πατέρας της μια ολόκληρη ζωή και βρέθηκαν στα χαρτιά του λίγες μέρες πριν χαθεί για πάντα η Κατερίνα 
Τούτα τα γράμματα που την βοήθησαν πριν χρόνια να ξεχωρίσει τα θύματα από τους θύτες, τους θύτες από τα θύματα . 
Κείνα τα γράμματα, καθρέφτης επίκρισης, κακοήθειας, ατίμωσης, κατάλυσης της αξιοπρέπειας όλων των πρωταγωνιστών του δράματος. Κείνα τα γράμματα που χώρισαν τις δυο επιστήθιες φίλες ύστερα από μια σειρά θανάτων .

"Αν είχες μιλήσεις τότε πατέρα .... αν !!!!!"

Άτις, ύβρις και τώρα η νέμεσις.

Ήταν όλοι τους μέρος αυτής της δραματικής πραγματικότητας ή μήπως ήταν όλα μια δική της διαστροφική επινόηση, ένα  θέατρο σκιών που εκείνη παρακολουθούσε αμίλητη και ακούνητη;
Δεν ήταν διαστροφή, ήταν οι σκοτεινές στιγμές, οι έρωτες, οι δαίμονες ο πόλεμος.

Πως να συμφιλιωθεί με την Τούλα πως;;;
Παραμιλούσε και έκλαιγε γοερά όταν ένας ξαφνικός θόρυβος ακούστηκε στη κεντρική πόρτα Σαν γδούπος από ανθρώπινο σώμα που σκόνταψε με δύναμη, μετά τα δυνατά χτυπήματα του ρόπτρου. Τέτοια ώρα ποιος... και έκανε να κοιτάξει το μεγάλο ρολόι του τοίχου όταν ακούστηκε μια αντρική φωνή.

''Κυρία Αναγνωστου, κυρία Γιώτα, ανοίξτε παρακαλώ, είμαι ο Ορέστης της Σόφης, με ακούτε, ανοίξτε, είναι μεγάλη ανάγκη " 

Άρπαξε στο χέρι της τα κιτρινισμένα γράμματα και έτρεξε προς την εξώθυρα...

''Εδώ είμαι ....έρχομαι!!!"