ΜΙΑ ΑΝΑΣΑ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ

Σε κάθε λέξη που διάβαζε η Σόφη από το ημερολόγιο της Τούλας, γινόταν μέσα της ένας σεισμός. Πόσα μυστικά κρυμμένα βγήκαν στην επιφάνεια!! Το μυαλό της προσπαθούσε να συναρμολογήσει όλα αυτά που της φαινόταν ένα μπερδεμένο κουβάρι. Έπρεπε να βάλει σε τάξη όλες τις πληροφορίες που διάβαζε χωρίς ανάσα στο ημερολόγιο και να συνδέσει μεταξύ τους γεγονότα και καταστάσεις. Ξεφύλλιζε τις σελίδες του και έβλεπε μέσα εκεί να ξετυλίγεται οι ζωή των δύο αδελφών και την αιτία που είχαν αυτήν την ψυχρότητα μεταξύ τους. Είχαν αγαπήσει και οι δύο τον ίδιο άντρα.. τον πατέρα της!!

Μακάρι να ζούσε εκείνος. Θα απαντούσε σε  πολλές απορίες της. Όμως είχε χαθεί όπως της είχε πει η μητέρα της ενώ βρισκόταν στο κατάστρωμα σε μια φουρτούνα όταν ένα μεγάλο κύμα τον παρέσυρε μαζί του  στο βυθό και χάθηκε. Η Τούλα... ήταν η τελευταία από τους συγγενείς της που έφυγε από την ζωή... Οι ερωτήσεις της έπρεπε βρουν απαντήσεις για να ηρεμήσει και να συνεχίσει την ζωή της. Έλπιζε μέσα ότι μέσα σ΄ αυτό το ημερολόγιο θα έβρισκε την αλήθεια που γύρευε... όμως ακόμα και εκεί μέσα κάτι τις έλεγε ότι δεν τα έγραφε όλα η θεία της.

Ξαφνικά θυμήθηκε τα αποκαΐδια που είχε δει μέσα στο σταχτοδοχείο όταν είχανε πάει μαζί με τον Ορέστη στο σπίτι της!! Τι να έγραφε το γράμμα που έκαψε; Το βλέμμα της ήταν ακόμα γεμάτο ερωτηματικά! Είναι αλήθεια ότι το ημερολόγιο της έδωσε αρκετές απαντήσεις όχι όμως τόσο αρκετές... ώστε να λύσει όλες της τις απορίες!! Τι περίμενε ακόμα να μάθει τα ήξερε όλα πια... ή... σχεδόν όλα; 

Αγάπη μου δεν μπορώ να σε βλέπω να βασανίζεσαι άλλο!! Η φωνή  του Ορέστη την έβγαλε από την σκέψη της. Μήπως ήταν ώρα να σταματήσει να ψάχνει για κρυμμένα μυστικά; Να το πάρει απόφαση και να συνεχίσει την ζωή της μαζί με τον Ορέστη τον μόνο άνθρωπο που την αγαπούσε και στάθηκε δίπλα της. Ήταν τόσο τυχερή που τον είχε φέρει η μοίρα κοντά της. Οι δικοί της είχαν φύγει όλοι από την ζωή και όσα άλλα μυστικά και αν υπήρχαν τα πήραν μαζί τους. Όμως γιατί δεν την ικανοποιούσαν όσα είχε διαβάσει στο ημερολόγιο;

Είχε απορροφηθεί από το διάβασμα και από τις αποκαλύψεις του που δεν είχε καταλάβει πως πέρασε η ώρα. Ο Ορέστης  περίμενε υπομονετικά να τελειώσει χωρίς να την διακόπτει. Η ώρα περνούσε  και η νύχτα είχε  τυλίξει για τα καλά την πόλη ενώ ο  σκοτεινός ουρανός είχε σκεπαστεί με σύννεφα  που έκρυβαν ένα  φεγγάρι που προσπαθούσε να ξετρυπώσει από πίσω τους. 

Θέλεις να κάνουμε μια τελευταία επίσκεψη στην Γιώτα αύριο; Ίσως και να την πείσουμε αυτή την φορά να μας μιλήσει.
Τι άλλο θα μπορούσε να μας πει; του είπε.
Και ξαφνικά θυμήθηκε τον φάκελο με τα γράμματα που είχε ξεχάσει η Γιώτα και που τα είχε μαζέψει από το πάτωμα του αυτοκινήτου και τα είχε βάλει στην τσάντα της!! Πως τα ξέχασε στο αυτοκίνητο η Γιώτα; Ή μήπως τα άφησε επίτηδες; Γιατί δεν είχε το θάρρος να της τα δώσει στα χέρια της;

Τα έβγαλε και είδε από τους φακέλους έξω ότι και τα 4 αυτά γράμματα είχαν αποδέκτη όλα τον Δημήτρη Αναγνώστου τον πατέρα  της Γιώτας!! Τι έγραφαν αυτά τα γράμματα; Έτσι που τα κρατούσε της στα χέρια της κοίταξε τους αποστολείς. Τα δύο ήταν από την θεία της το ένα από την γιαγιά της την Ρόζα και στο 4ο γράμμα ο αποστολέας ήταν ο Γιώργος Αγγέλου!! Ο πατέρας της ήταν; Και πότε έστειλε αυτό το γραμμα; Πριν να χαθεί;

Το άνοιξε με τρεμάμενα χέρια και μόλις άρχισε να το διαβάζει  έγινε κάτασπρη... άρχισαν  να τρέμουν τα χέρια της... και τα γράμματα να χορεύουν εμπρός στα μάτια της. Ένιωσε να φεύγει η γη κάτω από τα πόδια της και να λυγίζουν. Δεν πρόλαβε να σκεφτεί τίποτε άλλο. Της έπεσε το γραμμα από τα χέρια και βυθίστηκε στο σκοτάδι.

Ίσα που πρόλαβε ο Ορέστης να την κρατήσει στην αγκαλιά του να μην σωριαστεί στο πάτωμα.! Η κούραση και η αγωνία τόσο καιρό με όλα όσα συνέβαιναν την έκαναν να καταρρεύσει.! Εκείνος ανήσυχος ενώ της έτριβε τα χέρια να την συνεφέρει σήκωσε το γράμμα από κάτω και του έριξε μια ματιά.

Όχι δεν είναι δυνατόν... μουρμούρισε...